Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 14 Νοεμβρίου 2017

ΤΟ ΤΣΑΓΕΖΙ (CAYEZI) 
ΣΤΑ ΜΑΡΤΥΡΙΚΑ ΚΕΡΔΥΛΛΙΑ ΣΕΡΡΩΝ - ΔΗΜΟΥ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ ΣΕΡΡΩΝ



Τσάγεζι, τουρκική λέξη, σημαίνει τό ἐπιστόμιο τοῦ ποταμοῦ, παραποτάμια ἀκτή στίς ἐκβολές ποταμοῦ. Αὐτό ἀκριβῶς ἦταν τό Τσάγεζι. Τόπος δεξιά ὅπως κατεβαίνει καί χύνεται στή θάλασσα ὁ Στρυμόνας. Μέρος εὐνοημένο ἀπό τή φύση καί τήν ἱστορία.
Ἕνας σταθμός δια-μετακομιστικοῦ ἐμπορίου, μικρῆς βέβαια ἐμβέλειας, ἀλλά σταθμός σημαντικός γιά τήν ἐποχή καί τήν περιοχή του. Καί εἶχε πολλά πλεονεκτήματα. Ἀπό κεῖ διέρχονταν ἡ ρωμαϊκή Ἐγνατία, δρόμος πολυσύχναστος με εἰδῶν-εἰδῶν ταξιδιῶτες.

Τό Τσάγεζι δέν εἶναι δημιούργημα τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα, ὅπως νομίζουν πολλοί. Οἱ ἀνασκαφικές ἔρευνες ἔδωσαν πολλούς καί λαμπρούς καρπούς ἐδῶ. Ὅπως ἀναφέρει ὁ ἐπίτιμος ἔφορος ἀρχαιοτήτων Ἀνδρέας Βαρβίτας132 «Χρυσᾶ νομίσματα, περιδέραια, δαχτυλίδια καί διάφορα ἄλλα ἀσημικά βρέθηκαν μέσα σέ τάφους πού ἀνέσκαψε ὁ ἄλλοτε ἔφορος ἀρχαιοτήτων Μακεδονίας Νικόλαος Γκοτζᾶς» .Ἀναφέρεται,, ἐπίσης, σέ πηγές Βυζαντινές καί Ὀθωμανικές. Ὁ Clarke μᾶς πληροφορεῖ ὅτι Πανδοχεῖο λειτουργοῦσε τό 1813-1815 στό Κρούσοβο καί ἐννοεῖ φυσικά τό Τσάγεζι.
Ἔχουμε μαρτυρία τοῦ Νικολάου Σχινᾶ εἰδικά ἀναφερόμενη στό Τσάγεζι μέ ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα καί ἀξίζει νά τήν παραθέσω κατά λέξη: (Τό Τσάγεζι) «κεῖται 1/4 δυτικῶς τῆς εἰς τόν Στρυμονικόν, Κοντέσσας ἤ Ὀρφάνου(sik) κόλπου ἐκβολῆς τοῦ ποταμοῦ Στρυμόνος καί παρά τήν ἀκτήν, εἶναι δέ τό μόνον ἐπίνειον τῶν ἐπαρχιῶν Σερρῶν καί Ζίχνης. Ἐν τῆ θέσει ταύτη ὑπάρχουσι μόνον, ἀποθήκη διώροφος, ἀνήκουσα τῶ Ἄμποτ καί ἔχουσα ἀνά τρία διαχωρίσματα εἰς ἕκαστον ὄροφον (360 ἀνδρῶν χωρητικότητος) ἑτέρα ἀποθήκη διώροφος, ἔχουσα ἄνω 3 δωμάτια καί ἰσογαίως σταῦλον, τελωνεῖον, σταθμός 15 ἀνδρῶν χωροφυλακῆς, δύο χάνια χωροῦντα 100 κτήνη, ὧν τό ἕν ἔχει ἄνω καί 12 δωμάτια ὡς καί ἐρείπιον χανίου ὀλίγον τῶν ἄνω ἀπέχον, καφεῖον καί εὐρύχωρον σαπωνοποιεῖον. Ὑδρεύεται δέ ἐκ βρύσεως καί ἐκ τοῦ 1/4 τῆς ὥρας ἀνατολικῶς αὐτοῦ ρέοντος ποταμοῦ Στρυμόνος. Ἐπ ἐσχάτων δ᾽ ἀνηγέρθησαν παρά τῶν ἐκ Σερρῶν ἀδελφῶν Χατζῆ-Δήμου ἐμπόρων καί τινα ἄλλα οἰκήματα ἔτι δέ καί πρόχειρος λίαν ἀποβάθρα κατεσκευάσθη»133
Ἀπό τά παραπάνω δημιουργεῖται ἡ ἐντύπωση ὅτι ὁμιλοῦμε γιά οἰκισμό καί μάλιστα τελείως ἀνεξάρτητο ἀπό τά χωριά μας, ἄν καί στή διοικητική τους περιοχή. Βέβαια κατά τήν περίοδο τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας κανείς δέν ἦταν κύριος κανενός πράγματος. Ὑπῆρχαν ὅμως νόμοι καί κανόνες πού ρύθμιζαν τά τῆς ἰδιοκτησίας τῶν ἀγρῶν καί τῶν δασῶν, γι αὐτό καί ἡ ἰδιωτική περιουσία ἦταν ἀγαθό ἀπόλυτα προστατευόμενο ἀπό τόν ἱερό μουσουλμανικό νόμο. Τό Τσάγεζι δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι ὑπάγονταν διοικητικῶς στά δύο Κρούσοβα με ἐπιρροή μεγαλύτερη τοῦ Κάτω χωριοῦ. Φαίνεται ὅμως ὅτι ἐξ αἰτίας τῆς στρατηγικῆς θέσης του, τόσο πολιτικῆς, ὅσο καί οἰκονομικῆς, τό τουρκικό κράτος διατηροῦσε τό δικαίωμα τῆς ἐκμετάλλευσης τοῦ τόπου, ἐνοικιάζοντας ἤ καί πωλώντας μέρος τῆς περιοχῆς. ‘H ἀναφορά τοῦ Σχινᾶ κανει λόγο γιά ἐγκαταστάσεις τοῦ Ἄμποτ καί τοῦ γνωστοῦ μεγαλοεπιχειρηματία τῶν Σερρῶν Χατζηδήμου πρό τοῦ 1886 καί μάλιστα ἐγκαταστάσεις σοβαρές. Δέν ἐπρόκειτο γιά ἐγκαταστάσεις πού ἁπλῶς καί ἐκ τῶν ἐνόντων ἐξυπηρετοῦσαν τούς διερχόμενους, ἀναγκασμένους γιά διαφόρους λόγους νά διαμείνουν ἕνα-δυό βράδια ἐκεῖ. Οἱ Ἄμποτ ἐκμεταλλεύονταν ὅλες τίς ἐγκαταστάσεις. Οἱ Χατζηδήμου εἶχαν με γάλες ἀποθῆκες.Ἔκαναν εἰσαγωγικό καί ἐξαγωγικό ἐμπόριο μέ τή Ρωσία.
Ἐπρόκειτο περί ὠργανωμένης ἐπιχείρησης ἐλεγχόμενης καί προστατευόμενης ἀπό τό κράτος. Ἀπόδειξη τό Τελωνεῖο καί κυρίως ἡ ἰσχυρά δύναμη χωροφυλακῆς: 15 τζαντερμάδες μέ τόν ἀρχηγό τους, τόν τσαούση. Μιλοῦμε ὄχι γιά ἁπλό χάνι, ἀλλά κυριολεκτικά γιά ἐμπορικές καί ξενοδοχειακές ἐγκαταστάσεις.
Ὅσοι μεσήλικες θυμοῦνται τήν παλιά Πλατεία Ἐμπορίου στις Σέρρες μέ τά μεγάλα χάνια, τήν πλατεία στή μέση τους, τό μέρος γιά τά ζῶα καί τά δωμάτια γιά τούς διαμένοντες, μποροῦν νά φαντασθοῦν τί συνέβαινε καί ἐδῶ μέ τήν καθημερινή κίνηση τοῦ «πληθυσμοῦ». Διότι εἶχε κίνηση καί μάλιστα μεγάλη. Τό πιό πάνω κείμενο ὁμιλεῖ γιά τεράστια ἀποθήκη πού μπορεῖ νά φιλοξενήσει μέχρι 350 ἀνθρώπους μαζί μέ τά ζῶα καί τά ἑμπορεύματά τους. Ἄλλη μέ δώδεκα δωμάτια καί ἄλλη μέ δυνατότητα σταυλισμοῦ ἑκατό ζώων. Τό κείμενο αὐτό εἶναι εὐνόητο ὅτι ἰσχύει καί γιά τήν πρό τοῦ 1886 ἐποχή. Δέν νομίζω ὅτι ὁ ἀτυχής πόλεμος τοῦ 97 μείωσε τήν κινητικότητα καί τήν ἐμπορική δραστηριότητα τοῦ Τσάγεζι. Ἐκεῖνο πού ἐπηρέασε ἀρνητικά ἦταν ὁ Μακεδονικός Ἀγών καί οἱ Βαλκανικοί πόλεμοι (1912-13).
Πρέπει ἐδῶ νά σημειώσω τό ἀπό τόν Δημητράκη Χούπη μαρτυρούμενο ὅτι στήν περιοχή αὐτή ὑπῆρχε τοποθεσία πού οἱ ντόπιοι τήν ὀνόμαζαν φάμπρικα, ἐργοστάσιο σαπουνοποιίας. Ἐλέγετο μάλιστα ὅτι τό ἐργοστάσιο αὐτό βρίσκονταν ἐπάνω σ᾽ ἕνα μικρό νησάκι πού σχηματίζονταν τότε στό δέλτα τοῦ Στρυμόνα, πρό τῆς ἐκτροπῆς τῆς κοίτης. Κερδυλλιῶτες πού ρώτησα ἔδειξαν ἄγνοια. ‘H πιό πάνω μαρτυρία τοῦ Σχινᾶ ἐπιβεβαιώνει τήν πληροφορία. Κανείς ὅμως δέν μπορεῖ νά ὑποδείξει τόν τόπο τοῦ ἐργοστασίου.
Τόν εἰκοστό αἰώνα τό Τσάγεζι πῆρε ἐπάνω του γιά πολλούς λόγους.
Ἰδιαίτερα κατά καί μετά τόν Α´ Παγκόσμιο πόλεμο, μέ τήν παρουσία ἐδῶ τῶν Ἄγγλων, μέ τήν κατασκευή τῆς σιδηροδρομικῆς γραμμῆς Λαγκαδᾶ-Σταυρός-Τσάγεζι (τό γνωστό τρενάκι τοῦ Σταυροῦ) ἡ κίνηση ἔγινε μεγάλη. Κέντρο διαμετακόμισης ἐμπορευμάτων νόμιμων ἀλλά καί παράνομων (τσιγαρόχαρτα,ποτά, καπνά,ὅπλα κ.λ.π.). Σήμερα δέν μπορεῖ κανείς νά ἀντιληφθεῖ τί ἦταν αὐτά τά γκρεμισμένα κτίρια, τά χέρσα χωράφια, ὅλο θαλασσινή ἄμμο μέ τά γνωστά θαλασσινά ἀγριόχορτα. Προσεκτική ὅμως παρατήρηση σοῦ ἀνοίγει τά μάτια. Ἐδῶ δίπλα, 100 μέτρα ἀπό τά κτίρια, ἔσπαζαν τά κύματα τῆς θάλασσας. Κι ὅταν ἦταν μεγάλα,σέ δυνατές φουρτοῦνες,ἔμπαιναν σχεδόν στά καφενεῖα καί τά μπακάλικα τῶν Κερδυλλιωτῶν κι ὄχι μόνο. Δεξιά ἀπό τά κτίρια ἐκτείνονταν μιά ἀρκετά μεγάλη ἁλυκή.
Πολύ ἁλάτι, τό ὁποῖο μάζευαν σέ εἰδική ἀποθήκη, ἀπ’ ὅπου πωλοῦνταν σέ ἐμπόρους καί μεταφέρονταν εἴτε μέ πλοῖα μακρυά, εἴτε μέ κάρα στό ἐσωτερικό ὄχι μόνο τοῦ Ν.Σερρῶν. Τό ἁλάτι, ὡς γνωστόν, μέχρι τελευταῖα ἦταν κρατικό μονοπώλιο. Γι αὐτό καί
ὑπῆρχε ἐκεῖ Τελωνεῖο καί Σταθμός χωροφυλακῆς.. Ἕνα καφενεῖο, τοῦ Πολυχρονίδη, μπροστά ἐξυπηρετοῦσε τούς παρόντες στό λιμάνι. Παρενθετικά νά ποῦμε πώς μέχρι τό 1940 λέγοντας λιμάνι οἱ Κερδυλλιῶτες ἐννοοῦσαν τό Τσάγεζι, ἀκόμη κι ὅταν ὁ Μεταξᾶς ἔκανε τό ἄλλο λιμάνι στήν ἀπέναντι πλευρά μετά τήν ἐκτροπή τῆς κοίτης. Τό Τσάγεζι ὄντως ἦταν ἐξαιρετικό λιμάνι.
Ἐκεῖ πού ἔφθαναν τά κύματα τό βάθος ἦταν μεγάλο. Ὑπῆρχε προκυμαία, ὅπου δένονταν τά καράβια, δηλ. τεράστια καΐκια. Ξεφόρτωναν ἐμπορεύματα ἀπό Καβάλα, Θεσσαλονίκη, νησιά κυρίως, λάδι, ἐλιές καί ἄλλα ἐμπορεύματα καί φόρτωναν ἁλάτι καί κάρβουνα, σιτάρι στόν καιρό τῆς πείνας, κρυφά, τή νύχτα, γιατί ἀπαγορεύονταν τό ἐμπόριό του. Ὅπως ἐπίσης, πρός χαρά τῶν καπνιστῶν, ἔρχονταν τά ἀπαγορευμένα τσιγαρόχαρτα. Παρά τήν Ἀστυνομία καί τό Τελωνεῖο τό παράνομο ἐμπόριο ἀνθοῦσε, ἀφοῦ καί οἱ τελωνειακοί καί οἱ χωροφύλακες κάπνιζαν... Ἔδεναν λοιπόν τά καΐκια στό μόλο καί φορτοεκφόρτωναν ὅ,τι εἶχαν καί ἔπαιρναν αὐτά πού ἤθελαν.
Ὅταν μάλιστα ἡ κίνηση τῶν ἐμπορευμάτων μεγάλωσε μέ τήν κατασκευή τῆς γραμμῆς τοῦ γνωστοῦ τρένου, ἡ κίνηση ἦταν πληθωρική, ἔσφυζε ζωή.
Μέ τήν ἐπέκταση μάλιστα τῶν γραμμῶν δύο περίπου χιλιόμετρα στό ἐσωτερικό, μέχρι τσ᾽ Ἀχλαδιᾶς τό λάκκο, ὅπου ἦταν τό πορθμεῖο ἡ διαδρομή ἦταν ἀπόλαυση. Τότε δέν ὑπῆρχε γέφυρα καί τά αὐτοκίνητα, φορτηγά κ.λ.π. περνοῦσαν τό ποτάμι μέ πορθμεῖο.
Ὑπῆρχαν δύο τέτοια· τό ἕνα πήγαινε καί τό ἄλλο ἔρχονταν συρόμενα μέ δυνατά σύρματα καί μέ τροχαλίες.
Μεγαλεῖα, δόξα καί ὄμορφες μέρες γνώριζε καί κάθε καλοκαίρι μέ τούς παραθεριστές πού κατασκήνωναν δεξιά τοῦ σημερινοῦ καθοδικοῦ δρόμου -ἐδῶ ψηλά, ὄχι στή σημερινή παραλία,-οἱ δέ κατασκηνώσεις αὐτές ἔφθαναν μέχρι τή Στροφή. Τότε ἡ θάλασσα ἦταν καθαρή. ‘H ἄμμος χρυσή, τά νερά πεντακάθαρα ὁ Στρυμόνας λέρωνε τότε τήν ἀνατολική πλευρά τῶν παραλίων. Τούζλα δέν ὑπῆρχε. Δυστυχῶς ἡ μεταφορά τῆς κοίτης σκότωσε τή ζωή κυριολεκτικά. Σιγά σιγά ἄρχισε νά ἐπικάθηται λάσπη μέ τήν ἐκτροπή στήν πλευρά τῶν Κερδυλλίων. Λυπᾶσαι γιά τήν κράζουσα νεκρή σιωπή του. Τό Τσάγεζι ἀχρηστεύθηκε. Σήμερα βρίσκεται στό ἐσωτερικό, τουλάχιστον τριακόσια μέτρα ἀπό τή θάλασσα.
Ἀκριβῶς πάνω ἀπό τό δυτικό τέρμα τῆς ἁλυκῆς, πρός τήν πλευρά τοῦ χωριοῦ καί σέ καλό μέρος, δεξιά γιά τόν κατερχόμενο σήμερα τήν ἄσφαλτο πρός τίς βάρκες μέ τούς ψαράδες, ὑπῆρχε τό Κερδυλλιώτικο καφενεῖο-ταβέρνα τοῦ μπάρμπα Μάλαμα Παπαγεωργίου μέ βοηθό τό γιό του Γιῶργο.
Στή μεριά τοῦ λιμανιοῦ-Τσάγεζι καφενεῖο-μπακάλικο καί φοῦρνο εἶχε ὁ Πολυχρόνης Παλυχρονιάδης, πρόσφυξ μικρασιάτης .Ὁπως λίγο πιό μέσα ὁ Λαδᾶς. Τά ἐρείπια τοῦ καφενείου του ὑπάρχουν καί σήμερα. Μέχρι τελευταία ὁ φοῦρνος τῶν Χούπηδων ἔκανε χρυσές δουλειές.
‘H κίνηση αὐτή μέ τίς πολλές καί γρήγορες ἐργασίες ἀπαιτοῦσε ἐργατικό δυναμικό, ἐργάτες πολλῶν «εἰδικοτήτων» πού δέν μποροῦσαν νά καλύψουν τά δυό χωριά μας. Ἔτσι ἔφθαναν πολλοί ἐργάτες κυρίως ἀπό νησιά. Πολλοί ἔμεναν στό Κάτω χωριό. Ἔτσι δημιουργήθηκαν καί εἰδύλια μέ Κερδυλλιώτισσες καί ἔχουμε γαμπρούς νησιῶτες.
Σήμερα οἱ ἀπό νησιῶτες προερχόμενες οἰκογένειες, πλήρως βέβαια ἀφομοιωθεῖσες, εἶναι οἱ ἑξῆς:
1. Ἀδαλῆ Στράτου, ἀπό τή Μυτιλήνη. Ὁ Στράτος χρημάτισε καί τελώνης στό Τσάγεζι.
2. Κιμερλῆ Ἀποστόλου ἀπό τή Μυτιλήνη
3. Μοσχούρη Νικολάου ἀπό τή Χίο καί
4. Τσομπάνη Χριστοφόρου ἀπό τή Χίο
Ἀμέσως μετά τήν καταστροφή ἐγκαταστάθηκαν ἐδῶ μερικές οἰκογένειες. Σιγά-σιγά καί μέχρι τά μέσα τοῦ1946 τό Τσάγεζι γέμισε «πρόσφυγες» καί ἡ ζωή συνεχίστηκε κάπως ἀνεκτά ἐδῶ.
Μιά παράδοση λέει ὅτι ἀπέναντι ἀπό τήν ἀρχαία Ἠιόνα ὑπῆρχε ἕνας συνοικισμός πού ὀνομάζονταν ‘Hρακλείτσα. Κανείς δέν ξέρει γι’ αὐτό. Ὁ Καναδός ἀρχαιολόγος Ζάκ Περώ μοῦ εἶπε (Ιούνιος 2006) πώς ἑτοιμάζεται γιά ἀνασκαφές τόσο στήν Ἠιόνα ὅσο καί τήν ‘Hρακλείτσα.